Στο βαθύ θρησκευτικό αίσθημα του Κυθήριου οφείλεται η παρουσία πολλών χριστιανικών μνημείων, ιερών προσκυνημάτων και ιστορικών εκκλησιών. Το καθένα από αυτά συνδέεται με ένα πλέγμα θρύλων και λαϊκών παραδόσεων, που αναπτύχθηκε σταδιακά στο πέρασμα των αιώνων. Ανάμεσα στα μοναστήρια, εξέχουσα θέση κατέχει το προσκύνημα της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας, που βρίσκεται στη θέση που ανακαλύφθηκε η εικόνα στα δυτικά του νησιού. Η Μυρτιδιώτισσα είναι η προστάτιδα των απανταχού Κυθηρίων και λατρεύεται με ξεχωριστό σεβασμό. Το νησί έχει και τους δικούς του αγίους-πολιούχους, τον Όσιο Θεόδωρο και την Αγία Ελέσσα.
Εδώ παρουσιάζονται μερικά μόνο από τα σημαντικότερα εκκλησιαστικά μνημεία των Κυθήρων, καθώς στο σύνολό τους αριθμούν πολύ περισσότερα. (50 περίπου της Βυζαντινής και 300 της Μεταβυζαντινής περιόδου)*
ΙΕΡΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ
Παναγία Μυρτιδιώτισσα, Όσιος Θεόδωρος, Αγία Ελέσα, Αγία Μόνη, Άγιος Ιωάννης ό έν Κρημνω, Άγιοι Ανάργυροι (Ξερουλάκι), Παναγία Ορφανή, Παναγία Μυρτιδιώτισσα (Κάστρο Χώρας), Άγιος Μύρων Αντικυθήρων.
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΝΑΟΙ
Άγιος Παντελεήμων, Άγιος Γεώργιος του Βουνού, Άγιος Ανδρέας (Λιβάδι), Άγιος Δημήτριος (Πούρκο), Άγιος Πέτρος ( Αραίοι), Αγία Βαρβάρα (Παλαιοχώρα), Εσταυρωμένος Χώρας.
Παναγία Μυρτιδιώτισσα (19ος αι.)
Το συγκρότημα της Μονής Μυρτιδίων αποτελείται από α) το Καθολικό στο κέντρο πού ανήκει στον τύπο τής τρίκλιτης βασιλικής με υπερυψωμένο το κεντρικό κλίτος, νάρθηκα και υπερώο (γυναικωνίτης), στο κατώτερο επίπεδο τού οποίου βρίσκεται ό αρχικός Ναός τής Παναγίας, β) κελιά πού διατάσσονται βόρεια και νότια του Καθολικού, στα όποια φιλοξενούνται κυρίως πιστοί για τη νηστεία των πρώτων 15 ήμερων του Αυγούστου (δεκαπεντισμός), γ) Κωδωνοστάσιο στα ΒΑ του Καθολικού, από πωρόλιθο, συνολικού ύψους 26μ., με εντυπωσιακούς τοξοειδείς σχηματισμούς στα μέτωπα των τεσσάρων ορόφων, δ) Νάίδιον τής Αγίας Τριάδος, μονόχωρο καμαροσκεπές, μεταβυζαντινών χρόνων.
Ο αρχικός Ναός τής Παναγίας έχει προσαρμοσθεί στη φυσική διαμόρφωση βραχώδους ανοίγματος στο όποιο υπάρχει αβαθής κόγχη στα βόρεια για τη φιλοξενία τής εικόνας τής Παναγίας Μυρτιδιώτισσας, χώρος πού ύπομνηματίζει στην εύρεσή της. Σήμερα στο παλαιό Καθολικό υπάρχει εικόνα τής Παναγίας Μυρτιδιώτισσας, με αργυρή επένδυση καί επιγραφή: Διά σπουδής και δαπάνης CK CK + Χ Ιερομονάχου καί ηγουμένου Καλούτζη, ποίημα Θεοφιλή Σπιθάκη.
Το νεότερο Καθολικό στη μορφή πού διατηρείται σήμερα κτίστηκε από τον ηγούμενο Αγαθάγγελο Καλλίγερο στα μέσα του 19ου αιώνα. Ανήκει στον τύπο τής τρίκλιτης βασιλικής, με μαρμάρινο τέμπλο και επιγραφή πού μας πληροφορεί ότι το φιλοτέχνησαν καλλιτέχνες από την Τήνο, το έτος 1856. Εντυπωσιακό είναι το κωδωνοστάσιο στα ΒΔ τού Καθολικού, ύψους 26μ. εξ’ ολοκλήρου από πωρόλιθο το όποιο διακοσμήθηκε από τον Κυθήριο καλλιτέχνη Νικόλαο Φατσέα (Φουριάρη) το 1888. Κελιά διατάσσονται βόρεια και νότια του Καθολικού στα όποια φιλοξενούνται πιστοί για τη νηστεία τού Δεκαπενταύγουστου και ευλαβείς προσκυνητές.
Ή παράδοση αφηγείται την εύρεση τής εικόνας το 1160 ή τον 15ο αιώνα, στην περιοχή τής σημερινής Μονής από ένα βοσκό, σκηνή ή όποια ενσωματώθηκε στην κατώτερη ζώνη του ενδύματος τής εικόνας πού φιλοτεχνήθηκε από το Νικόλαο Θεόφιλο Σπιθάκη τό 1837 όπως πληροφορούμεθα από την χαραγμένη στο ένδυμα επιγραφή.
Όσιος Θεόδωρος (13ος αι.)
Το μοναστήρι του Οσίου βρίσκεται λίγο έξω από τον Ποταμό. Ο Όσιος Θεόδωρος, Προστάτης των Κυθήρων, σύμφωνα με το βίο του, γεννήθηκε στην Κορώνη μεταξύ των ετών 870-890. Μεγάλωσε και σπούδασε στο Ναύπλιο, όπου παντρεύτηκε και απέκτησε δύο παιδιά. Ή επιθυμία του να μονάσει τον έφερε στη Ρώμη και κατόπιν στη Μονεμβασία, όπου κλείστηκε σ’ ένα κελί τής εκκλησίας τής Θεοτόκου τής Διακονίας. Από εκεί ήρθε στά Κύθηρα περί το 921, όταν ή νήσος ήταν «έρημος καί άοίκητος» λόγω των επιδρομών των Σαρακηνών τής Κρήτης και έμόνασε στον παλαιό χριστιανικό Ναό των άγιων Σεργίου καί Βάκχου. Το 922, στις 12 Μαΐου ο Όσιος Θεόδωρος πέθανε και λίγο καιρό μετά το θάνατό του ναύτες περαστικοί από τα Κύθηρα βρήκαν άθικτο το λείψανο του. Τρία χρόνια αργότερα, το 925, Μονεμβασιώτες έθαψαν το λείψανο του άγιου. Ή παλιά εκκλησία των αγίων Σεργίου καί Βάκχου ξαναχτίστηκε από Μονεμβασιώτες και αφιερώθηκε στον Όσιο Θεόδωρο. Με την πάροδο του χρόνου δημιουργήθηκε μοναστήρι, το όποιο απέκτησε περιουσία, την όποια καλλιεργούσαν οι ιερωμένοι, κοσμικοί και μοναχοί.
Το χρονικό του Κυθήριου μοναχού Χειλά αποτελεί πολυτιμότατη πηγή για την ιστορία του μοναστηριού. Είναι μια έκθεση – αναφορά προς τούς Βενιέρους, ή όποια εγράφη περί το 1460.
Γύρω στα 1630 ο Επίσκοπος Κυθήρων Αθανάσιος Βαλεριανός ανακαίνισε το Ναό τού Όσιου, στον όποιο έγιναν διάφορες μετατροπές και προσθήκες.
Αγία Ελέσσα (19ος αι.)
Το ιερό προσκύνημα της αγίας Ελέσσας, χτίστηκε στον τόπο μαρτυρίου της αγίας (4ος αι.) πάνω σε ένα βουνό τετρακοσίων μέτρων με καταπληκτική θέα στα νοτιοδυτικά. Στη θέση των ερειπίων παλαιότερου Ναού έχει ανεγερθεί ό νεότερος μονόχωρος μεγάλων διαστάσεων Ναός της Αγίας Ελέσσας το 1871, ενώ νεότερα κελιά κτίσθηκαν στα βόρεια. Στα ΒΔ κατασκευάστηκε το τριώροφο κωδωνοστάσιο. Στο νότιο τοίχο του Ναού αποδίδεται σύγχρονη παράσταση με κεντρικό θέμα την Αγία Ελέσσα, σέ προτομή περιβαλλόμενη από δώδεκα σκηνές του βίου και του μαρτυρίου της.
Στα νοτιοδυτικά του ναού σημειώνεται ή θέση του δέντρου όπου κρέμασε ό πατέρας της την Αγία. Ή μνήμη της εορτάζεται στα Κύθηρα την 1η Αυγούστου.
Αγία Μόνη (19ος αι.)
Όπως μάς πληροφορεί επιγραφή στο δυτικό υπέρθυρο του Καθολικού τής Μονής: «”Ηρξατο ή άνακαίνισις τοϋ ιερού Ναού τής Αγίας Μόνης κατά το έτος 1840 δι’ έπιμελείας καί διευθύνσεως τοϋ Πανιερωτάτου Επισκόπου Προκοπίου Καλλονά». Ή ανακαίνιση τής Μονής συνδέεται με τάμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο όποιος βρέθηκε πριν από την έναρξη τής Επανάστασης στο χώρο τής Μονής. Στο εσωτερικό τού Ναού επιγραφή μάς ενημερώνει για την φροντίδα τής Μονής στη μορφή πού βλέπουμε σήμερα, το 1868. Στο χώρο τής Μονής εντοπίζονται κατάλοιπα προγενέστερων κτισμάτων (πιθανώς 17ου αιώνα). Στη Μονή φυλάσσεται εικόνα τής Παναγίας με άργυρο ένδυμα, σέ μαρμάρινο εικονοστάσιο. Στο ένδυμα είναι χαραγμένη ή προσωνυμία της Θεοτόκου «Ή Μόνη Πάντων Ελπίς». Το τέμπλο του ναού είναι ξυλόγλυπτο με την επιγραφή: «Χειρί Ιωάννου Αργύρη 1841 Ιούλιος».
Άγιος Ιωάννης ο έν Κρημνώ (17ος αι.)
Πάνω από το Καψάλι, σε ύψος περίπου 60 μ. και ανεβαίνοντας 12 σκαλιά, φτάνουμε στη θύρα εισόδου του συγκροτήματος, όπου εντοπίζουμε την επιγραφή ανακαίνισης της Μονής από κάποιο μοναχό Ίωαννίκιο Σανίνου το 1725. Μέσω λίθινης σκάλας μπαίνουμε σέ καμαρόσκεπη στοά μήκους 6 μ. και ύψους 2 μ. επάνω από την οποία είχε κτισθεί ξενώνας, πού χωριζόταν σε δύο αίθουσες (κελιά) και ένα μαγειρείο. Επάνω από την έξοδο της στοάς υπάρχει άλλη επιγραφή δυσανάγνωστη πού διασώζει το «εκ βάθρων» και σημαίνει την πρώτη ανέγερση. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση ο αρχικός ξενώνας κτίσθηκε γύρω στο 1600 και διέθετε 5-6 μοναχούς. Σέ επαφή με τον ξενώνα υπάρχει μικρή δεξαμενή (στέρνα).
Συνεχίζοντας την ανάβαση βρισκόμαστε μπροστά σε μικρό σπήλαιο. Δεξιά διακρίνονται στη ρίζα του κρημνού θεμέλια κτίσματος, πιθανόν από τον παλαιότερο ναό του ‘Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Σε συναξάριο του 1857 υπάρχει ή επιγραφή πού αναφέρει ότι στο Σπήλαιο αυτό εμπνεύσθηκε ό Άγιος Ιωάννης ό Θεολόγος την Αποκάλυψη και αναφέρεται ότι στη Μονή εορταζόταν ή Γέννηση του Προδρόμου.
Άγιοι Ανάργυροι στο Ξηρουλάκι (17ος και 19ος αι.)
Το προσκύνημα των Αγίων Αναργύρων στη θέση Ξηρουλάκι, βρίσκεται στα ανατολικά παλαιότερου μοναστηριού, και σύμφωνα με την υπάρχουσα επιγραφή στο υπέρθυρο του περιβόλου κτίσθηκε το έτος 1825.
Ο περίβολος της Μονής συνδέεται με την παλαιότερη φάση του μνημείου, από την οποία διακρίνονται ερείπια κελιών, του παλαιού καθολικού νοτιότερα του σημερινού, ή δυτική πλευρά του θόλου με δύο θύρες και ανατολικά ερείπια κόγχης. Σώζονται εξάλλου ερείπια πύργου με τις πολεμίστρες του.
Σύμφωνα με κληρονομική διάταξη στο μοναστήρι εφημερεύει ο εκάστοτε ιερέας τής οικογένειας Μεγαλοκονόμου ή Μεταξά, της όποιας αποτελεί και ιδιοκτησία.
Σε εικονοστάσιο στο κεντρικό κλίτος του νεότερου Ναού φυλάσσεται εικόνα των Αγίων Αναργύρων, με αργυρή επένδυση, σε απόδοση του 19ου αιώνα.
Παναγία Ορφανή Μυλοποτάμου
Το προσκύνημα βρίσκεται τρία χιλιόμετρα ΒΔ του Μυλοποτάμου, μέσα σέ κατάφυτο τοπίο από κέδρους, σχίνα και πρίνα. Διαθέτει Ναό ενταγμένο μέσα σε σπήλαιο μήκους 8μ. και πλάτους 7μ. και κελιά εκτός αυτού στα ΒΔ. Από την παράδοση συνδέεται με την οικογένεια του Ιωάννη Δαρμάρου.
Στο δυτικό μέρος του σπηλαίου υπάρχει επιμήκης, χαμηλή προέκταση με ίχνη Αγίας Τράπεζας, όπου παλαιότερα λειτουργούσε ο ιερέας. Στο χώρο αυτό βρέθηκε το εικονίδιο της Παναγίας Ελεούσας, με την επωνυμία Ορφανή. Σήμερα ή Εύρεση αυτή είναι εγκαταλελειμμένη. Το εικονίδιο φέρει αργυρή επένδυση και βρίσκεται στο Ναό καθώς και η μεγάλη εικόνα της Παγίας Έλεούσας, Ορφανής, με αργυρή επένδυση πού φιλοτεχνήθηκε από τον Νικόλαο Θεοφίλου Σπιθάκη τό 1837.
Το Άγιο Βήμα είναι τρισυπόστατο, με το καθολικό στο μέσον της Θεοτόκου, του Αγίου Γεωργίου αριστερά και των τριών Αγίων προστατών τής Επτανήσου Σπυρίδωνος, Διονυσίου και Γερασίμου δεξιά. Το Προσκύνημα διαθέτει πέντε κελιά, το ένα από τα οποία είναι ξενώνας και μία τραπεζαρία. Ή μνήμη τής Παναγίας Ορφανής εορτάζεται στις 15 Αυγούστου.
Παναγία Μυρτιδιώτισσα και Παναγία Ορφανή στο κάστρο Χώρας
Η μεγάλη εκκλησία του 1580, αρχικά ήταν καθολική, «ή Παναγία των Λατίνων». Αργότερα τό 1806 εγκαινιάσθηκε σαν ορθόδοξη έπ’ ονόματι της Μυρτιδιωτίσσης. Δίπλα είναι ή «Παναγία Ορφανή» της οικογενείας Καλλονά, στην όποια φυλάσσονταν ή εικόνα και τα κειμήλια της Μονής Αγκαράθου του Ηρακλείου της Κρήτης επί 300 χρόνια, αφότου ή Κρήτη έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Στην εκκλησία τής Μυρτιδιωτίσσης φυλασσόταν ή εικόνα της δύο αιώνες περίπου, για το φόβο των πειρατών. Από το 1842 ή εικόνα επέστρεψε στο προσκύνημα των Μυρτιδίων και στο Κάστρο έμεινε ένα αντίγραφο του 1844.
Άγιος Μύρων στα Αντικύθηρα
Η παράδοση και οι ελάχιστες γραπτές πηγές τοποθετούν την εύρεση της εικόνας τού Αγίου στα Αντικύθηρα από Κρήτες κυνηγούς στα τέλη του 18ου αιώνα, και ενώ το νησί ήταν ακόμα έρημο από κατοίκους. Το 1780 πολλοί κάτοικοι τής Κισάμου και των Σφακίων εποικίζουν το νησί και ό Ναός του Αγίου αποτελεί κτίσμα της ίδιας περιόδου.
Ο Πολιούχος των Αντικυθήρων Άγιος Μύρων μαρτύρησε επί Δεκίου το 251 μ.Χ. Ήταν Πρεσβύτερος στην Κόρινθο και ή μνήμη του εορτάζεται με λαμπρότητα στις 17 Αυγούστου, αποτελεί δε εντελώς ξεχωριστό πρόσωπο από τον Άγιο Μύρωνα τής Κρήτης πού ήταν ‘Επίσκοπος.
Άγιος Παντελεήμων στην Παλαιόπολη
Ο μικρός μονόχωρος σήμερα Ναός του Αγ. Παντελεήμονα διασώζει αψίδα παλαιοχριστιανικής βασιλικής, είναι καμαροσκεπής, μέ μεταγενέστερες αντηρίδες στη νότια πλευρά. Στην παρούσα φάση πραγματοποιούνται εργασίες άμεσων μέτρων προστασίας από την 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Άγιος Γεώργιος του Βουνού
Συγκρότημα πού αποτελείται από δύο Ναούς. Ο ανατολικός Ναός από την παράδοση είναι αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο, είναι μονόχωρος και πατάει σέ ψηφιδωτό δάπεδο πού έχει χρονολογηθεί στον 7ο αιώνα και αποδίδει σκηνή κυνηγιού. Ό δυτικός μονόχωρος τρουλαΐος Ναός, Κυθηραϊκού τύπου, είναι αφιερωμένος στην Παναγία Μυρτιδιώτισσα και τον “Αγ. Νικόλαο (δισυπόστατος Ναός). Στο πρανές τού λόφου εντοπίστηκε και αποκαλύφθηκε ένα από τα σημαντικότερα ιερά κορυφής προϊστορικών χρόνων.
Άγιος Ανδρέας στο Λιβάδι (13ος αι.)
Ο Ναός του Αγίου Ανδρέα είναι ο παλαιότερος των Κυθήρων. Ανήκει στον τύπο τού εγγεγραμμένου σταυροειδούς, μεταβατικού, με τρούλο. Διασώζει τοιχογραφίες δύο βυζαντινών στρωμάτων (10ος – 13ος), με ιδιαίτερα υψηλής ποιότητας το αποσπασματικά σωζόμενο δεύτερο στρώμα τού 13ου αιώνα. Στο Ναό πραγματοποιούνται εργασίες αποκατάστασης με τη συνεργασία τής Ιεράς Μητροπόλεως Κυθήρων και του Υπουργείου Πολιτισμού.
Άγιος Δημήτριος στο Πούρκο
Σύμπλεγμα τεσσάρων Ναών πού μεταξύ τους διαμορφώνουν τετράπλευρο, με μια πόρτα εισόδου από τα δυτικά. Ό νότιος Ναός είναι αφιερωμένος στον Άγιο Δημήτριο, ό βορειοανατολικός στην Παναγία. Ό βόρειος στον Άγιο Νικόλαο και ο νοτιοδυτικός στον Αρχάγγελο Μιχαήλ ή στον Άγιο Βασίλειο, σύμφωνα με την παράδοση. Διασώζει ιδρυτική επιγραφή τού 13ου αιώνα, με το όνομα του ζωγράφου Δημητρίου, αρχιδιακόνου από τη Μονεμβασία και τοιχογραφίες πού χρονολογούνται από τον 13ο μέχρι τον 18ο αιώνα
Άγιος Πέτρος στους Αραίους (13ος αι.)
Εγγεγραμμένος σταυροειδής με οκταγωνικό τρούλο Ναός, χωρίς νάρθηκα. Διασώζει στρώμα βυζαντινών και μεταβυζαντινών τοιχογραφιών. Στο μνημείο έχουν πραγματοποιηθεί εργασίες στερέωσης των τοιχογραφιών και αποκατάστασης από την 1η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Αγία Βαρβάρα Παλαιόχωρας (13ος αι.)
Ο εγγεγραμμένος σταυροειδής με τρούλο Ναός, χωρίς τοιχογραφίες δεσπόζει στη Βυζαντινή καστροπολιτεία του Αγ. Δημητρίου στην Παλαιόχωρα και ξεχωρίζει για τις ραδινές αναλογίες, τον υψηλό οκταγωνικό τρούλο και την χαρακτηριστική στέγαση με τον τοπικής προέλευσης σχιστόλιθο (χελόπλακα).
Εσταυρωμένος στη Χώρα (17ος αι). – Μητροπολιτικός Ναός
Ο Ναός του Εσταυρωμένου χτίστηκε περί το 1660 από τον ‘Επίσκοπο Κυθήρων Φιλόθεο Δαρμάρο. Από γραπτή μαρτυρία του 1560, φαίνεται ότι προϋπήρχε ναός του Εσταυρωμένου. Στην είσοδο του Ναού υπάρχει εντοιχισμένη κτητορική επιγραφή με το οικόσημο της οικογενείας Δαρμάρου. Ό ίδιος Επίσκοπος Φιλόθεος έχτισε και την Παναγία τη Μυρτιδιώτισσα στη Μονεμβασία. Εντός του Ναού και στο προαύλιο έθάπτοντο τά μέλη της οικογενείας Δαρμάρου, οί όποιοι είχαν το jus patronato του Ναού, καθώς και οι λοιποί ενορίτες, μεταξύ των όποιων και πολλοί πρόσφυγες από την Κρήτη και το Μοριά. Ο Ναός είναι καθιερωμένος στη Σταύρωση και η ημέρα του Ναού είναι ή Μ. Παρασκευή με το απολυτίκιο «Έξηγόρασας ήμάς έκ τής κατάρας του νόμου…». Κατά τη διάρκεια τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής ό Ναός φιλοξενεί, σύμφωνα με ένα παλαιότατο έθιμο την εικόνα της Μυρτιδιωτίσσης, ή όποια είναι το πολυτιμότερο κειμήλιο των Κυθηρίων. Η εικόνα παραμένει στο Ναό μέχρι τη Δευτέρα τής Διακαινησίμου και τοποθετείται στο περίτεχνο προσκυνητάρι της, έργο Ζακυνθινού καλλιτέχνη κατά το 1806.
Ένα πλήθος μικρότερων συγκροτημάτων και μεμονωμένων ναών, διάσπαρτων σε κάθε μέρος του νησιού, παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, όχι μόνο θρησκευτικό, αλλά και ιστορικό και αρχιτεκτονικό που αξίζει κανείς να ανακαλύψει.
*Μέρος των κειμένου του άρθρου αυτού έχουν ληφθεί από έντυπη έκδοση της Ιεράς Μητροπόλεως Κυθήρων με τίτλο “Περισπούδαστα Εκκλησιαστικά μνημεία“